Γονόρροια
Τι είναι η Γονόρροια;
Η γονόρροια, γνωστή και ως βλεννόρροια, αποτελεί μία από τις πιο διαδεδομένες σεξουαλικώς μεταδιδόμενες λοιμώξεις (ΣΜΛ) παγκοσμίως και προκαλείται από το βακτήριο Neisseria gonorrhoeae. Το βακτήριο αυτό μεταδίδεται κυρίως μέσω της σεξουαλικής επαφής, συμπεριλαμβανομένων των κολπικών, πρωκτικών και στοματικών επαφών, και μπορεί να επηρεάσει άτομα ανεξαρτήτως ηλικίας ή φύλου. Η γονόρροια μπορεί να μολύνει τα γεννητικά όργανα, τον πρωκτό, τον φάρυγγα και σε κάποιες περιπτώσεις τα μάτια.
Συχνά, η γονόρροια δεν παρουσιάζει εμφανή συμπτώματα, ιδιαίτερα στις γυναίκες, κάτι που μπορεί να καταστήσει τη διάγνωσή της πιο δύσκολη. Ωστόσο, όταν εμφανίζονται συμπτώματα, αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν αίσθημα καύσου κατά την ούρηση, αυξημένες εκκρίσεις από τον κόλπο ή το πέος και πόνο στην περιοχή της πυέλου. Στους άνδρες, η λοίμωξη συχνά εκδηλώνεται με έντονη αίσθηση καύσου και εκκρίσεις από την ουρήθρα, ενώ στις γυναίκες τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν κολπικές εκκρίσεις και δυσφορία.
Εάν η γονόρροια δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, όπως φλεγμονώδη νόσο της πυέλου (Pelvic Inflammatory Disease - PID) στις γυναίκες, η οποία συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο υπογονιμότητας, έκτοπης κύησης και χρόνιου πυελικού πόνου. Στους άνδρες, η λοίμωξη μπορεί να επεκταθεί στον προστάτη και στους όρχεις, προκαλώντας επιπλοκές που επηρεάζουν τη γονιμότητα. Επιπλέον, η γονόρροια μπορεί να αυξήσει την ευαισθησία του ατόμου σε άλλες ΣΜΛ, όπως τον ιό HIV.
Ευτυχώς, η γονόρροια είναι μια λοίμωξη που μπορεί να διαγνωστεί εύκολα μέσω εξειδικευμένων εξετάσεων και να θεραπευτεί αποτελεσματικά με τη χορήγηση κατάλληλων αντιβιοτικών. Ωστόσο, η εμφάνιση ανθεκτικών στελεχών του βακτηρίου έχει καταστήσει την πρόληψη και τη σωστή θεραπεία της λοίμωξης ακόμα πιο επιτακτική. Η τακτική εξέταση, η χρήση προστασίας κατά τη σεξουαλική επαφή και η ενημέρωση για τη σεξουαλική υγεία αποτελούν βασικά μέσα πρόληψης, βοηθώντας να μειωθεί ο κίνδυνος μόλυνσης και εξάπλωσης της γονόρροιας.
Αίτια και Παράγοντες Κινδύνου Γονόρροιας
Τα αίτια της γονόρροιας προέρχονται από το βακτήριο Neisseria gonorrhoeae, το οποίο μεταδίδεται από άτομο σε άτομο κυρίως μέσω της σεξουαλικής επαφής, είτε αυτή είναι κολπική, πρωκτική ή στοματική. Το βακτήριο αναπτύσσεται στις υγρές και θερμές περιοχές του σώματος, όπως η ουρήθρα, ο τράχηλος της μήτρας, το ορθό και ο φάρυγγας, προκαλώντας λοίμωξη και φλεγμονή στα σημεία αυτά.
Παράγοντες Κινδύνου
Ορισμένοι παράγοντες αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης γονόρροιας και περιλαμβάνουν:
1. Πολλαπλοί σεξουαλικοί σύντροφοι: Όσο περισσότερους σεξουαλικούς συντρόφους έχει κανείς, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα έκθεσης στο βακτήριο.
2. Μη χρήση προφυλακτικού: Η απουσία χρήσης προφυλακτικών κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής αυξάνει τον κίνδυνο μετάδοσης, ειδικά κατά την κολπική και πρωκτική επαφή.
3. Νεαρή ηλικία: Νεαρά άτομα ηλικίας 15-24 ετών διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο μόλυνσης, πιθανώς λόγω συχνών αλλαγών συντρόφων ή μειωμένης ενημέρωσης για τη σεξουαλική υγεία.
4. Ιστορικό άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (ΣΜΝ): Άτομα που έχουν μολυνθεί από άλλα ΣΜΝ, όπως χλαμύδια ή σύφιλη, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν γονόρροια, καθώς η ανοσία τους είναι πιθανόν πιο ευάλωτη.
5. Σεξουαλική επαφή με άτομο που έχει διαγνωστεί με γονόρροια: Η στενή επαφή με κάποιον που έχει ήδη μολυνθεί είναι ο πιο άμεσος τρόπος μετάδοσης.
6. Μειωμένη γνώση και εκπαίδευση γύρω από τη σεξουαλική υγεία: Η έλλειψη ενημέρωσης για τους κινδύνους των ΣΜΝ και τη σημασία της προστασίας μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένα ποσοστά μόλυνσης.
Η κατανόηση των αιτίων και των παραγόντων κινδύνου είναι καθοριστική για την πρόληψη της γονόρροιας και την αποτροπή της εξάπλωσής της. Με τη λήψη προφυλάξεων και την τακτική εξέταση, ιδιαίτερα για άτομα με υψηλότερο κίνδυνο, μπορεί να επιτευχθεί ουσιαστική μείωση των περιστατικών της λοίμωξης.
Σημεία και Συμπτώματα της Γονόρροιας
Τα σημεία και τα συμπτώματα της γονόρροιας μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με το φύλο και την περιοχή του σώματος που έχει μολυνθεί. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι πολλοί άνθρωποι που έχουν μολυνθεί με το βακτήριο Neisseria gonorrhoeae ενδέχεται να μην εμφανίσουν συμπτώματα, κάτι που αυξάνει τον κίνδυνο μετάδοσης της λοίμωξης σε άλλους και καθυστερεί τη διάγνωση.
Συμπτώματα στους Άνδρες
Στους άνδρες, τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται μέσα σε 1 έως 14 ημέρες από την έκθεση στο βακτήριο και περιλαμβάνουν:
- Αίσθημα καύσου κατά την ούρηση: Αυτό είναι το πιο κοινό σύμπτωμα.
- Έκκριση υγρού από την ουρήθρα: Συχνά πυκνό και κιτρινοπράσινο, το οποίο μοιάζει με πύον.
- Οίδημα ή πόνος στους όρχεις: Εμφανίζεται σε πιο προχωρημένες περιπτώσεις.
Αν η λοίμωξη αφεθεί χωρίς θεραπεία, μπορεί να επεκταθεί στο ουροποιητικό σύστημα, τους όρχεις και τον προστάτη, προκαλώντας πιο σοβαρά προβλήματα υγείας.
Συμπτώματα στις Γυναίκες
Στις γυναίκες, τα συμπτώματα της γονόρροιας είναι συχνά ήπια ή απουσιάζουν, κάτι που καθιστά δύσκολη την αναγνώριση της λοίμωξης. Τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Αυξημένες κολπικές εκκρίσεις: Συχνά πυκνές ή αφρώδεις.
- Αίσθημα καύσου ή πόνου κατά την ούρηση.
- Κολπική αιμορραγία εκτός της έμμηνου ρύσεως.
- Πόνος στην περιοχή της πυέλου ή κατά τη σεξουαλική επαφή.
Αν η λοίμωξη δεν αντιμετωπιστεί, μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονώδη νόσο της πυέλου (PID), μια σοβαρή επιπλοκή που μπορεί να επηρεάσει τη γονιμότητα.
Συμπτώματα σε Άλλες Περιοχές του Σώματος
Η γονόρροια μπορεί επίσης να επηρεάσει άλλες περιοχές, εάν το βακτήριο εισέλθει σε αυτές κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής:
- Πρωκτός: Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πόνο, φαγούρα, αιμορραγία και εκκρίσεις από τον πρωκτό.
- Φάρυγγας (Λαιμός): Η λοίμωξη μπορεί να προκαλέσει πόνο ή ερεθισμό στο λαιμό, αλλά συχνά δεν υπάρχουν συμπτώματα.
- Μάτια: Σπάνια, η μόλυνση μπορεί να μεταδοθεί στα μάτια, προκαλώντας επιπεφυκίτιδα με ερυθρότητα, πόνο και πυώδεις εκκρίσεις.
Επιπλοκές
Χωρίς θεραπεία, η γονόρροια μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές, όπως:
- Φλεγμονώδη νόσο της πυέλου (PID) στις γυναίκες, που συνδέεται με τον κίνδυνο υπογονιμότητας και έκτοπης κύησης.
- Επιδιδυμίτιδα στους άνδρες, που μπορεί να επηρεάσει τη γονιμότητα.
- Διάχυτη γονοκοκκική λοίμωξη (DGI): Σε σπάνιες περιπτώσεις, η λοίμωξη μπορεί να εξαπλωθεί στην κυκλοφορία του αίματος, προκαλώντας δερματικά εξανθήματα, αρθρίτιδα και άλλα σοβαρά προβλήματα.
Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία με αντιβιοτικά μπορεί να αποτρέψει τις επιπλοκές και να βοηθήσει στην πλήρη ανάρρωση, μειώνοντας τον κίνδυνο εξάπλωσης της λοίμωξης.
Διάγνωση της Γονόρροιας
Η διάγνωση της γονόρροιας βασίζεται σε κλινικές εξετάσεις και εργαστηριακές δοκιμές που επιβεβαιώνουν την παρουσία του βακτηρίου Neisseria gonorrhoeae. Επειδή πολλά άτομα με γονόρροια ενδέχεται να μην εμφανίζουν συμπτώματα, είναι σημαντικό οι εξετάσεις να πραγματοποιούνται σε άτομα που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου ή παρουσιάζουν υποψία για σεξουαλικώς μεταδιδόμενη λοίμωξη.
Μέθοδοι Διάγνωσης
1. Δείγματα Ούρων
- Τα δείγματα ούρων χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση του βακτηρίου στους άνδρες, καθώς αυτό εντοπίζεται συχνά στην ουρήθρα. Στις γυναίκες, τα δείγματα ούρων μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για τον εντοπισμό της γονόρροιας, αν και η ακριβέστερη διάγνωση γίνεται με δείγματα από τον τράχηλο της μήτρας.
2. Λήψη Δειγμάτων από Μολυσμένες Περιοχές
- Δείγματα λαμβάνονται από τις περιοχές που μπορεί να έχουν μολυνθεί, όπως ο τράχηλος, η ουρήθρα, το ορθό ή ο φάρυγγας. Αυτά τα δείγματα αποστέλλονται στο εργαστήριο για ανάλυση. Η δειγματοληψία από τις μολυσμένες περιοχές θεωρείται απαραίτητη όταν υπάρχει υποψία για εξωγεννητικές λοιμώξεις (π.χ. στο φάρυγγα ή τον πρωκτό).
3. Μοριακή Μέθοδος Ανάλυσης (PCR)
- Η Μοριακή Μέθοδος Ανάλυσης PCR (αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης) είναι η πιο αξιόπιστη και ευαίσθητη μέθοδος για τη διάγνωση της γονόρροιας. Ανιχνεύει το γενετικό υλικό του βακτηρίου με μεγάλη ακρίβεια και χρησιμοποιείται σε δείγματα ούρων ή δειγματοληψίες από τις μολυσμένες περιοχές. Η PCR είναι γρήγορη και επιτρέπει την ανίχνευση της λοίμωξης ακόμα και σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν εμφανή συμπτώματα.
4. Καλλιέργεια
- Η καλλιέργεια αποτελεί μια πιο παραδοσιακή μέθοδο διάγνωσης, όπου το δείγμα τοποθετείται σε ειδικό υλικό ανάπτυξης του βακτηρίου. Η διαδικασία αυτή βοηθά στην ανίχνευση και τον έλεγχο ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά, κάτι πολύ χρήσιμο όταν υπάρχουν ενδείξεις ανθεκτικών στελεχών.
5. Αντιβιόγραμμα
- Σε περιπτώσεις όπου υπάρχει υποψία ανθεκτικότητας στα κοινά αντιβιοτικά, πραγματοποιείται αντιβιοτικόγραμμα για να καθοριστεί η ευαισθησία του βακτηρίου στα αντιβιοτικά και να επιλεγεί η πιο κατάλληλη θεραπεία.
Πότε να γίνει η εξέταση
Οι εξετάσεις για γονόρροια είναι απαραίτητες σε περιπτώσεις όπου:
- Υπάρχουν συμπτώματα γονόρροιας, όπως αίσθημα καύσου κατά την ούρηση ή πυώδεις εκκρίσεις.
- Ένα άτομο είχε σεξουαλική επαφή με κάποιον που έχει διαγνωστεί με γονόρροια.
- Υπάρχουν συμπτώματα άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (ΣΜΝ).
- Άτομα ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, όπως άτομα με πολλούς σεξουαλικούς συντρόφους ή ιστορικό ΣΜΝ.
Η έγκαιρη διάγνωση της γονόρροιας είναι ζωτικής σημασίας για την πρόληψη της εξάπλωσής της και την αποφυγή σοβαρών επιπλοκών. Με την κατάλληλη θεραπεία, η λοίμωξη μπορεί να θεραπευτεί αποτελεσματικά και οι κίνδυνοι για μακροπρόθεσμες επιπτώσεις μπορούν να μειωθούν σημαντικά.
Θεραπεία Γονόρροιας
Η θεραπεία της γονόρροιας είναι κρίσιμη για την αποφυγή επιπλοκών και τη μείωση της μετάδοσης της λοίμωξης. Η γονόρροια αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά με αντιβιοτικά, ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί αύξηση στην ανθεκτικότητα του βακτηρίου Neisseria gonorrhoeae σε ορισμένα αντιβιοτικά, γεγονός που καθιστά απαραίτητη την προσεκτική επιλογή της θεραπείας και την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων της.
Προτεινόμενη Αντιβιοτική Θεραπεία
1. Συνδυαστική Θεραπεία
- Η τρέχουσα σύσταση των περισσότερων διεθνών υγειονομικών οργανισμών περιλαμβάνει τη χρήση συνδυαστικής θεραπείας για την αντιμετώπιση της γονόρροιας. Συνήθως χρησιμοποιείται η ενδομυϊκή χορήγηση κεφτριαξόνης (ένα αντιβιοτικό της κατηγορίας των κεφαλοσπορινών) σε συνδυασμό με τη στοματική χορήγηση αζιθρομυκίνης. Ο συνδυασμός αυτός αυξάνει την αποτελεσματικότητα της θεραπείας και μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης ανθεκτικότητας.
2. Εναλλακτικές Επιλογές
- Σε περιπτώσεις αλλεργίας στα προτεινόμενα αντιβιοτικά ή ανθεκτικών στελεχών, ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά αντιβιοτικά, όπως η σπεκτινομυκίνη ή η γενταμικίνη σε συνδυασμό με αζιθρομυκίνη. Η επιλογή της θεραπείας καθορίζεται από τα αποτελέσματα των καλλιεργειών και των αντιβιογραμμάτων.
3. Προσαρμογή της Θεραπείας σε Περιπτώσεις Ανθεκτικότητας
- Σε περιπτώσεις όπου τα βακτήρια παρουσιάζουν ανθεκτικότητα σε διάφορα αντιβιοτικά, οι γιατροί μπορεί να χρειαστεί να προσαρμόσουν την αγωγή ανάλογα με τα αποτελέσματα του αντιβιογράμματος, εξασφαλίζοντας την καταλληλότερη θεραπεία.
Παρακολούθηση της Θεραπείας
Η παρακολούθηση μετά τη θεραπεία είναι σημαντική για να διασφαλιστεί ότι η λοίμωξη έχει εξαλειφθεί πλήρως. Συνήθως, συνιστάται να γίνει επανεξέταση (test of cure) μία έως δύο εβδομάδες μετά το τέλος της θεραπείας για να επιβεβαιωθεί η επιτυχία της.
Συστάσεις για τη Θεραπεία και Πρόληψη της Μετάδοσης
- Σεξουαλική Αποχή: Κατά τη διάρκεια της θεραπείας και μέχρι να επιβεβαιωθεί η πλήρης εξάλειψη της λοίμωξης, συνιστάται να αποφεύγονται οι σεξουαλικές επαφές.
- Ενημέρωση Σεξουαλικών Συντρόφων: Είναι σημαντικό να ενημερωθούν οι πρόσφατοι σεξουαλικοί σύντροφοι ώστε να εξεταστούν και να λάβουν θεραπεία εάν χρειαστεί.
- Τακτική Χρήση Προφυλακτικού: Η χρήση προφυλακτικών είναι απαραίτητη για την αποτροπή μελλοντικών μολύνσεων και τον περιορισμό της εξάπλωσης της γονόρροιας και άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων λοιμώξεων.
Πρόληψη της Επανεμφάνισης
Η γονόρροια μπορεί να επανεμφανιστεί εάν το άτομο εκτεθεί ξανά στο βακτήριο. Για τον λόγο αυτό, η ενημέρωση και η λήψη προληπτικών μέτρων, όπως η τακτική χρήση προφυλακτικών, η μονογαμική σχέση και η τακτική εξέταση, είναι ουσιαστικά για την προστασία της σεξουαλικής υγείας.
Με την έγκαιρη και κατάλληλη θεραπεία, η γονόρροια μπορεί να θεραπευτεί πλήρως. Ωστόσο, η προσεκτική τήρηση των οδηγιών του θεράποντος ιατρού και η προληπτική παρακολούθηση είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση των κινδύνων και την προφύλαξη από πιθανές μελλοντικές μολύνσεις.
Πρόληψη Γονόρροιας
Η πρόληψη της γονόρροιας είναι καίριας σημασίας για τη μείωση της εξάπλωσής της και την προστασία της σεξουαλικής υγείας. Η γονόρροια μπορεί να προληφθεί αποτελεσματικά με την υιοθέτηση ορισμένων πρακτικών που μειώνουν τον κίνδυνο μόλυνσης.
Βασικές Στρατηγικές Πρόληψης
1. Χρήση Προφυλακτικών
- Η τακτική και σωστή χρήση προφυλακτικών (τόσο στα κολπικά όσο και στα πρωκτικά και στοματικά σεξουαλικά επαφές) είναι μία από τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους πρόληψης της γονόρροιας και άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (ΣΜΝ).
2. Συζήτηση με Σεξουαλικούς Συντρόφους
- Η ανοιχτή συζήτηση με τον/την σύντροφο για το ιστορικό των ΣΜΝ και τη χρήση προστασίας βοηθά στην επίτευξη συμφωνίας για μέτρα πρόληψης και ελαχιστοποιεί τους κινδύνους.
3. Τακτικός Έλεγχος για ΣΜΝ
- Ο τακτικός έλεγχος για ΣΜΝ είναι σημαντικός, ιδιαίτερα για άτομα με πολλούς σεξουαλικούς συντρόφους ή που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Η τακτική εξέταση εξασφαλίζει την έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία πιθανών λοιμώξεων.
4. Μονογαμικές Σχέσεις
- Η διατήρηση μιας αμοιβαία μονογαμικής σχέσης, στην οποία και οι δύο σύντροφοι έχουν ελεγχθεί για ΣΜΝ, μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο μόλυνσης.
5. Ενημέρωση και Εκπαίδευση
- Η εκπαίδευση γύρω από τη σεξουαλική υγεία και η γνώση των κινδύνων των ΣΜΝ είναι ζωτικής σημασίας. Η ενημέρωση για τον τρόπο μετάδοσης και τα συμπτώματα της γονόρροιας βοηθά τα άτομα να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα και να αναζητούν θεραπεία εγκαίρως εάν χρειαστεί.
Η πρόληψη της γονόρροιας και άλλων ΣΜΝ βασίζεται στην ενημέρωση, την προληπτική εξέταση και την υπεύθυνη σεξουαλική συμπεριφορά. Με τη λήψη αυτών των μέτρων, μπορούν να μειωθούν οι κίνδυνοι μόλυνσης και να διασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή προστασία της σεξουαλικής υγείας.
Συχνές Ερωτήσεις (FAQ) για Γονόρροια
1. Τι είναι η γονόρροια;
- Η γονόρροια είναι μια σεξουαλικώς μεταδιδόμενη λοίμωξη (ΣΜΝ) που προκαλείται από το βακτήριο Neisseria gonorrhoeae. Μπορεί να επηρεάσει τα γεννητικά όργανα, τον πρωκτό, τον φάρυγγα και, σπανιότερα, τα μάτια.
2. Πώς μεταδίδεται η γονόρροια;
- Η γονόρροια μεταδίδεται μέσω της κολπικής, πρωκτικής ή στοματικής επαφής με μολυσμένο άτομο. Η μετάδοση είναι επίσης δυνατή ακόμα και χωρίς πλήρη σεξουαλική επαφή, εφόσον υπάρχει άμεση επαφή με τις μολυσμένες περιοχές.
3. Ποια είναι τα συμπτώματα της γονόρροιας;
- Τα συμπτώματα μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με το φύλο και την περιοχή του σώματος που έχει μολυνθεί. Στους άνδρες, συνηθισμένα συμπτώματα είναι η αίσθηση καύσου κατά την ούρηση και πυώδεις εκκρίσεις από την ουρήθρα. Στις γυναίκες, τα συμπτώματα περιλαμβάνουν αυξημένες κολπικές εκκρίσεις, πόνο στην περιοχή της πυέλου και αίσθημα καύσου κατά την ούρηση. Ωστόσο, πολλά άτομα μπορεί να μην εμφανίζουν καθόλου συμπτώματα.
4. Πώς διαγιγνώσκεται η γονόρροια;
- Η διάγνωση γίνεται με λήψη δειγμάτων ούρων ή από τις μολυσμένες περιοχές, όπως η ουρήθρα, ο τράχηλος, ο φάρυγγας ή ο πρωκτός. Η πιο συνηθισμένη και αξιόπιστη μέθοδος είναι η PCR, η οποία ανιχνεύει το γενετικό υλικό του βακτηρίου.
5. Πώς αντιμετωπίζεται η γονόρροια;
- Η γονόρροια αντιμετωπίζεται με αντιβιοτικά. Συνήθως συνιστάται η ενδομυϊκή χορήγηση κεφτριαξόνης σε συνδυασμό με αζιθρομυκίνη για καλύτερη αποτελεσματικότητα. Σε περιπτώσεις ανθεκτικών στελεχών, μπορεί να χρειαστεί διαφορετική αγωγή ανάλογα με τα αποτελέσματα του αντιβιογράμματος.
6. Τι μπορεί να συμβεί αν η γονόρροια μείνει χωρίς θεραπεία;
- Χωρίς θεραπεία, η γονόρροια μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, όπως φλεγμονώδη νόσο της πυέλου (PID) στις γυναίκες, επιδιδυμίτιδα στους άνδρες και υπογονιμότητα. Σε σπάνιες περιπτώσεις, μπορεί να εξαπλωθεί στο αίμα και να προκαλέσει διάχυτη γονοκοκκική λοίμωξη (DGI), η οποία επηρεάζει το δέρμα, τις αρθρώσεις και άλλα όργανα.
7. Πώς μπορώ να προλάβω τη γονόρροια;
- Η πρόληψη περιλαμβάνει τη χρήση προφυλακτικών κατά τη σεξουαλική επαφή, τον τακτικό έλεγχο για ΣΜΝ, τη συζήτηση με τον/την σύντροφο για το ιστορικό ΣΜΝ και τη διατήρηση αμοιβαία μονογαμικών σχέσεων.
8. Μπορεί κάποιος να μολυνθεί ξανά από γονόρροια;
- Ναι, η γονόρροια δεν δημιουργεί ανοσία. Επομένως, ένα άτομο μπορεί να μολυνθεί ξανά αν εκτεθεί στο βακτήριο, ακόμα και αν έχει ήδη θεραπευτεί στο παρελθόν.
9. Πόσο σύντομα μπορώ να έχω σεξουαλικές επαφές μετά τη θεραπεία;
- Συνιστάται να αποφεύγονται οι σεξουαλικές επαφές έως ότου ολοκληρωθεί η θεραπεία και να επιβεβαιωθεί η πλήρης εξάλειψη της λοίμωξης. Είναι καλό να ακολουθήσετε τις οδηγίες του γιατρού σχετικά με το πότε είναι ασφαλές να επανέλθετε σε σεξουαλική δραστηριότητα.
10. Επηρεάζει η γονόρροια την εγκυμοσύνη;
- Ναι, η γονόρροια μπορεί να επηρεάσει την εγκυμοσύνη. Η λοίμωξη μπορεί να περάσει από τη μητέρα στο βρέφος κατά τη γέννα, προκαλώντας προβλήματα, όπως μόλυνση στα μάτια του νεογνού (νεογνική επιπεφυκίτιδα), που μπορεί να οδηγήσει σε τύφλωση χωρίς θεραπεία.
Η γνώση και η ενημέρωση γύρω από τη γονόρροια και τις μεθόδους πρόληψης βοηθούν στην προστασία της υγείας και στη μείωση της εξάπλωσης των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων.